Γράφει στο sputnik o Άρης Χατζηστεφάνου
Η χώρα μας κατρακυλά στην παγκόσμια κατάταξη της ελευθεροτυπίας καθώς υπάρχουν αρκετά περιστατικά που συνδέουν τον κεντρικό ρόλο που παίζει το πρωθυπουργικό γραφείο στη διαμόρφωση και στην ατζέντα της ειδησεογραφίας στην Ελλάδα. Ποια ήταν η τελευταία φορά που μια είδηση για την Ελλάδα βρισκόταν ανάμεσα στα πρώτα θέματα που παρουσίαζαν τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, αλλά δεν καλύπτονταν ούτε με μονόστηλα στην Ελλάδα;
Τα περισσότερα παραδείγματα που έρχονται αυτομάτως στο μυαλό αφορούν την περίοδο της δικτατορίας και της ναζιστικής κατοχής, όταν η ενημέρωση για το τι πραγματικά συνέβαινε στη χώρα ερχόταν από τις ελληνόφωνες υπηρεσίες του BBC και της Ντόιτσε Βέλε.
Το φαινόμενο όμως επαναλήφθηκε και αυτή την εβδομάδα όταν ξεκίνησε στη Λέσβο η δίκη δύο εθελοντών που διέσωζαν πρόσφυγες και τώρα κινδυνεύουν με 25 χρόνια φυλάκιση αφού κατηγορούνται για… κατασκοπεία. Η είδηση ήταν τόσο σουρεαλιστική ώστε έγινε πρώτο θέμα στο Al Jazeera, ενώ το BBC, οι New York Times και πολλά ακόμη από τα μεγαλύτερα ΜΜΕ του πλανήτη την ανέδειξαν με εκτενή αφιερώματα. Η είδηση ήταν όμως πρακτικά ανύπαρκτη στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης.
Το περιστατικό, όπως θα εξηγήσουμε στη συνέχεια, συνδέεται άμεσα με δυο ακόμη πρωτοφανή γεγονότα για την ιστορία των ΜΜΕ στην περίοδο μετά την πτώση της δικτατορίας. Το δεύτερο ήταν φυσικά η ανακοίνωση της Ολλανδής δημοσιογράφου Ίνγκεμποργκ Μπέουχελ, ότι σκέφτεται να εγκαταλείψει τη χώρα ύστερα από τη δολοφονία χαρακτήρα την οποία πραγματοποίησαν εναντίον της ακόμη και προβεβλημένοι Έλληνες δημοσιογράφοι και η οποία συνοδεύτηκε με απειλές εναντίον της ζωής της αλλά και φυσική επίθεση από άγνωστο. Το τρίτο γεγονός είναι η αποκάλυψη της «Εφημερίδας των Συντακτών» για τις παρακολουθήσεις πολιτών και δημοσιογράφων από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών.
Ο συνδετικός κρίκος των τριών γεγονότων δεν είναι μόνο ότι αφορούν δημοσιογράφους, αλλά ότι συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με το πρωθυπουργικό γραφείο. Η σύνδεση με την Ολλανδή δημοσιογράφο είναι βέβαια προφανής: Ο πρωθυπουργός της επιτέθηκε δημόσια, με τρόπο που θύμιζε την εκτός ελέγχου αντιμετώπιση δημοσιογράφων από τον Ντόναλντ Τραμπ. Η συνέχεια δόθηκε από φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ αλλά και ανώνυμους λογαριασμούς των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Η παρακολούθηση δημοσιογράφων από την ΕΥΠ επίσης συνδέεται με προφανή τρόπο με το πρωθυπουργικό γραφείο το οποίο έχει τεθεί επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών.
Ακόμη όμως και η αποσιώπηση της δίκης της Λέσβου παραπέμπει στο ίδιο γραφείο το όποιο έχει υπό τον έλεγχό του και το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων. Όποιος έχει εργαστεί έστω και μια ώρα σε ελληνική αίθουσα σύνταξης γνωρίζει ότι το ΑΠΕ καθορίζει ουσιαστικά τη δημοσιογραφική ατζέντα της ημέρας με το βάρος που δίνει σε κάθε πληροφορία.
Το γεγονός ότι η είδηση, που βρίσκεται στις πρώτες θέσεις διεθνών ΜΜΕ, δεν έφτασε ούτε σε εκείνα τα ελληνικά ΜΜΕ που έχουν δείξει ιδιαίτερη ευαισθησία σε θέματα προσφύγων αλλά και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αποδεικνύει την απόλυτη κυριαρχία του κρατικού πρακτορείου στη διαμόρφωση της ειδησεογραφίας.
Είναι προφανές ότι λόγω των τριών περιστατικών (και δεκάδων άλλων που στιγμάτισαν το 2021) η χώρα μας θα κατρακυλήσει αρκετές ακόμη θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη της ελευθεροτυπίας, την οποία παρουσιάζει κάθε χρόνο η οργάνωση Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα.
Η συγκεκριμένη λίστα όμως δεν αρκεί από μόνη της για να δείξει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προβλήματος στην Ελλάδα, τα οποία σχετίζονται με τον κεντρικό ρόλο που παίζει πλέον το πρωθυπουργικό γραφείο.
Ίδια προπαγάνδα, άλλα μέσα
Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι ο μέσος αναγνώστης και τηλεθεατής σε μια χώρα όπως οι ΗΠΑ λαμβάνει εξίσου κακή ποιότητα ενημέρωσης, καθώς η δημοσιογραφική ατζέντα καθορίζεται από τα λόμπι μεγάλων επιχειρήσεων.
Σε αυτήν την περίπτωση έχουμε ως επί το πλείστο μορφές αυτολογοκρισίας, οι οποίες είναι πολύ πιο δύσκολο να καταγραφούν και συνεπώς να «λεκιάσουν» την εικόνα της χώρας στην κατάταξη της ελευθεροτυπίας.
Η Ελλάδα όμως παρουσιάζει το μοναδικό φαινόμενο να λειτουργούν παράλληλα οι πιο σύγχρονες μορφές επηρεασμού της κοινής γνώμης, με τις πιο απαρχαιωμένες μορφές κρατικής και κυβερνητικής παρέμβασης στο έργο των δημοσιογράφων.
Ας μην ξεχνάμε ότι μέσα σε περίπου έναν χρόνο γνωρίσαμε το πακέτο Πέτσα, την πληρωμή ενός εκατομμυρίου ευρώ στον γίγαντα των δημοσίων σχέσεων Edelman με στόχο την ωραιοποίηση της εικόνας της κυβέρνησης στο εξωτερικό, αλλά και τις δολοφονίες χαρακτήρα και τις παρακολουθήσεις δημοσιογράφων.
Αυτός ο συνδυασμός εξαγοράς συνειδήσεων (που οδηγεί σε αυτολογοκρισία) μαζί με τις πρακτικές αυταρχικών καθεστώτων (που οδηγούν σε φίμωση) δημιουργεί μια εικονική πραγματικότητα από την οποία συχνά δεν μπορούν να διαφύγουν ούτε τα αντιπολιτευόμενα μέσα ενημέρωσης.
Η κυβέρνηση δηλαδή σε συνεργασία με ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες που ελέγχουν τα μεγαλύτερα ΜΜΕ διαμορφώνουν και την ατζέντα της ειδησεογραφίας αλλά και το περιεχόμενο των ειδήσεων.
Πηγή: https://sputniknews.gr
Η χώρα μας κατρακυλά στην παγκόσμια κατάταξη της ελευθεροτυπίας καθώς υπάρχουν αρκετά περιστατικά που συνδέουν τον κεντρικό ρόλο που παίζει το πρωθυπουργικό γραφείο στη διαμόρφωση και στην ατζέντα της ειδησεογραφίας στην Ελλάδα. Ποια ήταν η τελευταία φορά που μια είδηση για την Ελλάδα βρισκόταν ανάμεσα στα πρώτα θέματα που παρουσίαζαν τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, αλλά δεν καλύπτονταν ούτε με μονόστηλα στην Ελλάδα;
Τα περισσότερα παραδείγματα που έρχονται αυτομάτως στο μυαλό αφορούν την περίοδο της δικτατορίας και της ναζιστικής κατοχής, όταν η ενημέρωση για το τι πραγματικά συνέβαινε στη χώρα ερχόταν από τις ελληνόφωνες υπηρεσίες του BBC και της Ντόιτσε Βέλε.
Το φαινόμενο όμως επαναλήφθηκε και αυτή την εβδομάδα όταν ξεκίνησε στη Λέσβο η δίκη δύο εθελοντών που διέσωζαν πρόσφυγες και τώρα κινδυνεύουν με 25 χρόνια φυλάκιση αφού κατηγορούνται για… κατασκοπεία. Η είδηση ήταν τόσο σουρεαλιστική ώστε έγινε πρώτο θέμα στο Al Jazeera, ενώ το BBC, οι New York Times και πολλά ακόμη από τα μεγαλύτερα ΜΜΕ του πλανήτη την ανέδειξαν με εκτενή αφιερώματα. Η είδηση ήταν όμως πρακτικά ανύπαρκτη στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης.
Το περιστατικό, όπως θα εξηγήσουμε στη συνέχεια, συνδέεται άμεσα με δυο ακόμη πρωτοφανή γεγονότα για την ιστορία των ΜΜΕ στην περίοδο μετά την πτώση της δικτατορίας. Το δεύτερο ήταν φυσικά η ανακοίνωση της Ολλανδής δημοσιογράφου Ίνγκεμποργκ Μπέουχελ, ότι σκέφτεται να εγκαταλείψει τη χώρα ύστερα από τη δολοφονία χαρακτήρα την οποία πραγματοποίησαν εναντίον της ακόμη και προβεβλημένοι Έλληνες δημοσιογράφοι και η οποία συνοδεύτηκε με απειλές εναντίον της ζωής της αλλά και φυσική επίθεση από άγνωστο. Το τρίτο γεγονός είναι η αποκάλυψη της «Εφημερίδας των Συντακτών» για τις παρακολουθήσεις πολιτών και δημοσιογράφων από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών.
Ο συνδετικός κρίκος των τριών γεγονότων δεν είναι μόνο ότι αφορούν δημοσιογράφους, αλλά ότι συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με το πρωθυπουργικό γραφείο. Η σύνδεση με την Ολλανδή δημοσιογράφο είναι βέβαια προφανής: Ο πρωθυπουργός της επιτέθηκε δημόσια, με τρόπο που θύμιζε την εκτός ελέγχου αντιμετώπιση δημοσιογράφων από τον Ντόναλντ Τραμπ. Η συνέχεια δόθηκε από φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ αλλά και ανώνυμους λογαριασμούς των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Η παρακολούθηση δημοσιογράφων από την ΕΥΠ επίσης συνδέεται με προφανή τρόπο με το πρωθυπουργικό γραφείο το οποίο έχει τεθεί επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών.
Ακόμη όμως και η αποσιώπηση της δίκης της Λέσβου παραπέμπει στο ίδιο γραφείο το όποιο έχει υπό τον έλεγχό του και το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων. Όποιος έχει εργαστεί έστω και μια ώρα σε ελληνική αίθουσα σύνταξης γνωρίζει ότι το ΑΠΕ καθορίζει ουσιαστικά τη δημοσιογραφική ατζέντα της ημέρας με το βάρος που δίνει σε κάθε πληροφορία.
Το γεγονός ότι η είδηση, που βρίσκεται στις πρώτες θέσεις διεθνών ΜΜΕ, δεν έφτασε ούτε σε εκείνα τα ελληνικά ΜΜΕ που έχουν δείξει ιδιαίτερη ευαισθησία σε θέματα προσφύγων αλλά και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αποδεικνύει την απόλυτη κυριαρχία του κρατικού πρακτορείου στη διαμόρφωση της ειδησεογραφίας.
Είναι προφανές ότι λόγω των τριών περιστατικών (και δεκάδων άλλων που στιγμάτισαν το 2021) η χώρα μας θα κατρακυλήσει αρκετές ακόμη θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη της ελευθεροτυπίας, την οποία παρουσιάζει κάθε χρόνο η οργάνωση Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα.
Η συγκεκριμένη λίστα όμως δεν αρκεί από μόνη της για να δείξει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προβλήματος στην Ελλάδα, τα οποία σχετίζονται με τον κεντρικό ρόλο που παίζει πλέον το πρωθυπουργικό γραφείο.
Ίδια προπαγάνδα, άλλα μέσα
Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι ο μέσος αναγνώστης και τηλεθεατής σε μια χώρα όπως οι ΗΠΑ λαμβάνει εξίσου κακή ποιότητα ενημέρωσης, καθώς η δημοσιογραφική ατζέντα καθορίζεται από τα λόμπι μεγάλων επιχειρήσεων.
Σε αυτήν την περίπτωση έχουμε ως επί το πλείστο μορφές αυτολογοκρισίας, οι οποίες είναι πολύ πιο δύσκολο να καταγραφούν και συνεπώς να «λεκιάσουν» την εικόνα της χώρας στην κατάταξη της ελευθεροτυπίας.
Η Ελλάδα όμως παρουσιάζει το μοναδικό φαινόμενο να λειτουργούν παράλληλα οι πιο σύγχρονες μορφές επηρεασμού της κοινής γνώμης, με τις πιο απαρχαιωμένες μορφές κρατικής και κυβερνητικής παρέμβασης στο έργο των δημοσιογράφων.
Ας μην ξεχνάμε ότι μέσα σε περίπου έναν χρόνο γνωρίσαμε το πακέτο Πέτσα, την πληρωμή ενός εκατομμυρίου ευρώ στον γίγαντα των δημοσίων σχέσεων Edelman με στόχο την ωραιοποίηση της εικόνας της κυβέρνησης στο εξωτερικό, αλλά και τις δολοφονίες χαρακτήρα και τις παρακολουθήσεις δημοσιογράφων.
Αυτός ο συνδυασμός εξαγοράς συνειδήσεων (που οδηγεί σε αυτολογοκρισία) μαζί με τις πρακτικές αυταρχικών καθεστώτων (που οδηγούν σε φίμωση) δημιουργεί μια εικονική πραγματικότητα από την οποία συχνά δεν μπορούν να διαφύγουν ούτε τα αντιπολιτευόμενα μέσα ενημέρωσης.
Η κυβέρνηση δηλαδή σε συνεργασία με ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες που ελέγχουν τα μεγαλύτερα ΜΜΕ διαμορφώνουν και την ατζέντα της ειδησεογραφίας αλλά και το περιεχόμενο των ειδήσεων.
Πηγή: https://sputniknews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.