Η απόφαση της ολομέλειας του ΣτΕ για την ΕΡΤ. Το σκεπτικό - καταπέλτης της μειοψηφίας
Είναι γνωστό ότι πολλές φορές η Ιστορία γράφεται από μειοψηφίες. Ιδιαίτερα στον τομέα της Δικαιοσύνης, σε στιγμές κρίσιμες για τη χώρα, κάποιοι δικαστές που είχαν το θάρρος να υπερασπιστούν το Σύνταγμα και να συγκρουστούν με την εκτελεστική ή ακόμα και με τη νομοθετική εξουσία, έμειναν στην Ιστορία για την τόλμη τους και την αδέκαστη κρίση τους, ακόμα και στις περιπτώσεις (είναι πάμπολλες) που δεν κατόρθωσαν να πλειοψηφήσουν. Εν τούτοις δικαιώθηκαν αργά ή γρήγορα και το σκεπτικό που διατύπωσαν αποτέλεσε παρακαταθήκη στον διαρκή αγώνα για την υπεράσπιση του Καταστατικού Χάρτη της χώρας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών της.
19. Επειδή, μειοψήφησαν οι Σύμβουλοι Χ. Ράμμος, Μ. Καραμανώφ, Δ. Αλεξανδρής, Π. Ευστρατίου, Μ. Γκορτζολίδου, Ι. Γράβαρης, Σ. Μαρκάτης, Α. Ντέμσιας, Θ. Αραβάνης και Α.Μ. Παπαδημητρίου, οι οποίοι διετύπωσαν την εξής γνώμη, στην οποία προσχώρησε η Πάρεδρος Μ. Σωτηροπούλου: Με την διάταξη του άρθρου 15 παρ. 2 του Συντάγματος ο συνταγματικός νομοθέτης θεσπίζει μια θεμελιώδη για την λειτουργία αυτού τούτου του δημοκρατικού πολιτεύματος δημόσια υπηρεσία, την δημόσια ραδιοτηλεοπτική υπηρεσία, ανεξάρτητα ή παράλληλα προς την ύπαρξη ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών φορέων.
Σκοπός της υπηρεσίας αυτής είναι, όπως σαφώς και μάλιστα με έμφαση προκύπτει από το ίδιο το γράμμα της διατάξεως αυτής, κατ' αρχήν η παροχή αξιόπιστων και έγκυρων πληροφοριών στο κοινωνικό σύνολο, η ενημέρωση των πολιτών σε όλα ανεξαιρέτως τα σημεία της ελληνικής επικράτειας με τρόπο αντικειμενικό, πολυφωνικό, και με βάση τις αρχές της ισοπολιτείας και του σεβασμού, αλλά και διακίνησης όλων των ιδεών και απόψεων που αναπτύσσονται σε μια πλουραλιστική δημοκρατική πολιτεία. Αποσκοπεί δηλαδή η δημόσια αυτή υπηρεσία στην δημιουργία ενημερωμένων, συνειδητών και ωρίμων πολιτών, που διαθέτουν πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση, κριτική σκέψη και ελεύθερο δημοκρατικό φρόνημα, που αποτελούν την απαραίτητη προϋπόθεση για την απρόσκοπτη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Ορισμένες μάλιστα υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας, συγκεκριμένα η δωρεάν μετάδοση των εργασιών της Βουλής και η μετάδοση προεκλογικών μηνυμάτων των κομμάτων, επιβάλλονται και ρητώς στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα από το Σύνταγμα (15 παρ. 2 εδ. δ΄ Συντ.). Ταυτόχρονα η δημόσια ραδιοτηλεοπτική υπηρεσία αποσκοπεί και στην ανύψωση του πολιτιστικού επιπέδου των πολιτών, με την εκπομπή προγραμμάτων υψηλής ποιοτικής στάθμης, προγραμματικής ποικιλότητας και τούτο όχι μόνο για την ψυχαγώγηση αυτών, αλλά και διότι το υψηλό πολιτιστικό επίπεδο συντελεί και αυτό στην δημιουργία ωρίμων και ελεύθερων δημοκρατικών πολιτών. Τέλος, η δημόσια ραδιοτηλεοπτική υπηρεσία είναι κατά την αντίληψη του Συνταγματικού Νομοθέτη απαραίτητη και για την διαρκή και έγκυρη ενημέρωση των πολιτών με τρόπο ψύχραιμο για θέματα της καθημερινότητας ή επικαιρότητας, που μπορεί να αφορούν άμεσα την ζωή, την υγεία και ασφάλειά τους, ή την ομαλή ροή του καθημερινού τους βίου, όπως είναι π.χ. οι μείζονες φυσικές καταστροφές, θεομηνίες, οι τρομοκρατικές επιθέσεις ή άλλες έκτακτες απρόβλεπτες περιστάσεις, στην διάρκεια των οποίων επιβάλλεται η συνεχής ροή υπεύθυνης ενημέρωσης.
Τέτοιου τύπου και επιπέδου ενημέρωση και εν γένει υπηρεσία και μάλιστα σε μια χώρα με τόσο δύσκολη γεωγραφία, όπως η Ελλάδα, δεν μπορούν να προσφέρουν οι ιδιωτικοί ραδιοτηλεοπτικοί φορείς και κανάλια, των οποίων την παράλληλη λειτουργία το Σύνταγμα ανέχεται βέβαια,διότι το βασικό κριτήριο λειτουργίας τους είναι η επίτευξη του μεγαλύτερου δυνατού κέρδους και ενδεχομένως η εξυπηρέτηση διαφόρων ισχυρών οικονομικών συμφερόντων. Και τούτο είναι καθοριστικό για την λειτουργία τους και δεν μπορεί να ανατραπεί, ακόμη και στην περίπτωση που θα υπάγονταν σε καθεστώς αυστηρότατων δεοντολογικών κανόνων σε ό,τι αφορά διάφορες όψεις της λειτουργίας τους αυτής. Όπως περαιτέρω προκύπτει από τα διδάγματα της κοινής πείρας με βάση την ήδη εικοσαετή λειτουργία της ιδιωτικής τηλεόρασης στην Ελλάδα, αλλά και με βάση τα διεθνή δεδομένα, οι ιδιωτικοί αυτοί φορείς προσφέρουν συχνά ένα πολύ χαμηλού επιπέδου ραδιοτηλεοπτικό προϊόν, κύριο χαρακτηριστικό του οποίου είναι ο εύκολος εντυπωσιασμός η πολιτιστική ένδεια και η αύξηση με κάθε δυνατό τρόπο της ακροαματικότητας, σε βάρος της ποιότητας και της αντικειμενικότητας, αλλά και της νηφαλιότητας της παρεχόμενης πληροφόρησης. Με την επικρατούσα μάλιστα τάση δημιουργίας όλο και περισσότερο μονοπωλιακών καταστάσεων στον χώρο επιτυγχάνεται η πλήρης χειραγώγηση των πολιτών και η μετατροπή τους σε απλούς καταναλωτές πληροφοριών και μηνυμάτων.
Η αναγκαιότητα της υποχρεωτικής κατά το Σύνταγμα ύπαρξης μιας τέτοιας δημόσιας ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας έχει μάλιστα καταστεί σήμερα ακόμη πιο έντονη απ' ότι ήταν κατά τον χρόνο θεσπίσεως της επίμαχης διατάξεως, διότι με την λειτουργία του διαδικτύου, το οποίο κατά κοινή πείρα διακινεί πάσης φύσεως πληροφορίες και απόψεις, ακόμη και τις πιο αντίθετες στις αξίες του ανθρώπου και στις αρχές του δημοκρατικού πολιτεύματος και ειδήσεις κακόβουλες, προδήλως ανακριβείς ή παραπλανητικές, έχει δημιουργηθεί σε πολλούς πολίτες πλήρης σύγχυση οφειλόμενη στην αδυναμία κριτικής αξιολόγησης και ταξινόμησης αυτής της πλημμυρίδας πληροφοριών.
Ενόψει της προαναφερθείσας σπουδαιότητας της δημόσιας αυτής ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας υπό λειτουργική έννοια, βασικό, κατά το Σύνταγμα χαρακτηριστικό της αποτελεί η συνέχεια της παροχής της, με συνέπεια να μην είναι ανεκτή ούτε η πρόσκαιρη παραίτηση του Κράτους από αυτήν.
Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι την δημόσια αυτή ραδιοτηλεοπτική υπηρεσία μόνο δημόσιος φορέας μπορεί, κατά το Σύνταγμα, να την παράσχει και για τον ακόλουθο θεμελιώδη λόγο που ανάγεται στην ίδια την φύση των ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών φορέων. Πράγματι, οι τελευταίοι, ως κερδοσκοπικά νομικά πρόσωπα μπορούν ανά πάσα στιγμή να αναστείλουν την λειτουργία τους για λόγους, που ανάγονται είτε στο ότι έχουν καταστεί ζημιογόνα, είτε στην απλή επιθυμία των ιδιοκτητών τους να σταματήσουν την δραστηριότητα αυτή, είτε, τέλος, και σε αυτήν ακόμη την ενδεχόμενη παραβατικότητά τους και την συνακόλουθη ανάκληση της λειτουργίας τους. Αυτονόητο είναι βεβαίως ότι ως δημόσιος φορέας δεν νοείται κατ’ ανάγκην νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, καθώς και ότι ο φορέας αυτός δεν συνιστά μονοπώλιο.
Δεν είναι, εξ άλλου, τυχαίο το ότι ο κοινός νομοθέτης έτσι αντελήφθη επί σειρά δεκαετιών το νόημα της συνταγματικής διατάξεως. Συνέστησε και διατήρησε συνεχώς υπό το καθεστώς του ισχύοντος Συντάγματος ένα δημόσιο φορέα παροχής ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών (την «Ελληνική Ραδιοφωνία Τηλεόραση», ΕΡΤ Α.Ε.) τόσο με τον ν. 230/1975, όσο και τον ν. 1730/1987. Εξ άλλου ούτε και μετά την κατάργηση της ΕΡΤ Α.Ε. με την ήδη προσβαλλόμενη πράξη ο νομοθέτης τροποποίησε το εν λόγω πρότυπο οργάνωσης. Με το νόμο 4173/2013 ιδρύθηκε το νομικό πρόσωπο με την επωνυμία «Νέα Ελληνική Ραδιοφωνία, Ίντερνετ και Τηλεόραση ΝΕΡΙΤ ΑΕ» πάλι ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (ανώνυμη εταιρεία), για την εκπλήρωση των σκοπών «της δημόσιας ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας» (άρθ. 2 παρ. 1).
Με βάση τα προεκτεθέντα η κατάργηση του νομικού προσώπου της ΕΡΤ Α.Ε. χωρίς την ταυτόχρονη ίδρυση νέου αντίστοιχου φορέα, δυναμένου, ως εκ της νομικής του φύσεως, και του εξοπλισμού του να τη διαδεχθεί στα δικαιώματα και υποχρεώσεις της ως διαχειριστή δημόσιας υπηρεσίας, και να εκπέμψει πλήρες πρόγραμμα με βάση τις ως άνω συνταγματικές απαιτήσεις, έχει ως συνέπεια να αποστερηθεί το Κράτος και η ιδρυθείσα από αυτό ΕΡΤ Α.Ε., μόνη μέχρι σήμερα φορέας ασκήσεως της δημόσιας υπηρεσίας ραδιοτηλεόρασης υπό τη λειτουργική της έννοια, μεταξύ άλλων, της δυνατότητας πραγμάτωσης των ως άνω συνταγματικώς προβλεπομένων σκοπών.
Τούτο όμως αντίκειται στο άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος, εφόσον, όπως εξετέθη, ο νομοθέτης δεν επιτρέπεται να καταργήσει το φορέα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και δη επ' αόριστον. Ανεξάρτητα, δε, από τα προεκτεθέντα η υποχρέωση αυτή του νομοθέτη, συναπτόμενη και με την τήρηση της αρχής της συνεχούς λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας, καθίσταται ακόμη εντονότερη στην προκειμένη περίπτωση, λόγω του ότι οι ιδιωτικοί φορείς ραδιοτηλεόρασης λειτουργούν παρανόμως μέχρι σήμερα με την ανοχή της Πολιτείας (ΣτΕ 3578/2010 Ολομ.).
Με τα δεδομένα αυτά η προσβαλλόμενη πράξη κατά το μέρος της που καταργεί την ΕΡΤ Α.Ε. και τις θυγατρικές αυτής και διακόπτει την παροχή της δημόσιας ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας προσκρούει, κατά την παρούσα γνώμη στο άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος και είναι για τον λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, ακυρωτέα.
Είναι γνωστό ότι πολλές φορές η Ιστορία γράφεται από μειοψηφίες. Ιδιαίτερα στον τομέα της Δικαιοσύνης, σε στιγμές κρίσιμες για τη χώρα, κάποιοι δικαστές που είχαν το θάρρος να υπερασπιστούν το Σύνταγμα και να συγκρουστούν με την εκτελεστική ή ακόμα και με τη νομοθετική εξουσία, έμειναν στην Ιστορία για την τόλμη τους και την αδέκαστη κρίση τους, ακόμα και στις περιπτώσεις (είναι πάμπολλες) που δεν κατόρθωσαν να πλειοψηφήσουν. Εν τούτοις δικαιώθηκαν αργά ή γρήγορα και το σκεπτικό που διατύπωσαν αποτέλεσε παρακαταθήκη στον διαρκή αγώνα για την υπεράσπιση του Καταστατικού Χάρτη της χώρας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών της.
του Νίκου Μιχαλίτση,
εργαζόμενου στην ελεύθερη ΕΡΤ
εργαζόμενου στην ελεύθερη ΕΡΤ
Η πλειοψηφία της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ)
δημοσιοποίησε ανεπισήμως -μέσω διαρροής σε "φιλικά ΜΜΕ", όπως συνηθίζει-
την απόφασή της για το κλείσιμο της ΕΡΤ, κρίνοντας ότι δεν παραβιάζει
το Σύνταγμα της χώρας και συγκεκριμένα το άρθρο 15, παρ. 2, του
Συντάγματος, το οποίο ορίζει ότι οι ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις
αποτελούν δημόσια υπηρεσία και ώς τέτοια πρέπει να είναι αδιάλειπτη και
καθολική.
Η πλειοψηφία της ολομέλειας, αδυνατώντας να αντικρούσει στο σκεπτικό της αυτή την επιταγή του Συντάγματος, προχώρησε στην εξωφρενική "επιχειρηματολογία" ότι το ελληνικό Δημόσιο δεν έχει υποχρέωση να προσφέρει δημόσιες ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες, παρά μόνον να έχει την "εποπτεία" στη λειτουργία ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών!
Η πλειοψηφία της ολομέλειας, αδυνατώντας να αντικρούσει στο σκεπτικό της αυτή την επιταγή του Συντάγματος, προχώρησε στην εξωφρενική "επιχειρηματολογία" ότι το ελληνικό Δημόσιο δεν έχει υποχρέωση να προσφέρει δημόσιες ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες, παρά μόνον να έχει την "εποπτεία" στη λειτουργία ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών!
Η "άποψη" αυτή, πέραν του ότι
παραβιάζει το ελληνικό Σύνταγμα, έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το
Πρωτόκολλο 29 του Άμστερνταμ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ορίζει με
σαφήνεια την υποχρέωση κάθε χώρας μέλους της Ε.Ε. για την παροχή
δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών. Τέλος, έρχεται σε ευθεία αντίθεση,
τόσο με την προσωρινή διαταγή (17/06/2013) του πρώην Προέδρου του ΣτΕ,
κ. Κ. Μενουδάκου, όσο και με την απόφαση της Επιτροπής Αναστολών
(236/2013) του ίδιου του ΣτΕ επί της ίδιας προσφυγής κατά του
κλεισίματος της ΕΡΤ.
Επί της "επιχειρηματολογίας" περί "απλής εποπτείας του κράτους σε ιδιωτικούς σταθμούς", η μειοψηφία υπενθυμίζει -μεταξύ άλλων- την απόφαση της ολομέλειας του ΣτΕ 3578/2010 "ότι οι ιδιωτικοί φορείς ραδιοτηλεόρασης λειτουργούν παρανόμως μέχρι σήμερα με την ανοχή της Πολιτείας".
Όσοι ενδιαφέρονται να διαβάσουν την πολυσέλιδη απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ για την ΕΡΤ, θα την βρούν εδώ.
Επί της "επιχειρηματολογίας" περί "απλής εποπτείας του κράτους σε ιδιωτικούς σταθμούς", η μειοψηφία υπενθυμίζει -μεταξύ άλλων- την απόφαση της ολομέλειας του ΣτΕ 3578/2010 "ότι οι ιδιωτικοί φορείς ραδιοτηλεόρασης λειτουργούν παρανόμως μέχρι σήμερα με την ανοχή της Πολιτείας".
Όσοι ενδιαφέρονται να διαβάσουν την πολυσέλιδη απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ για την ΕΡΤ, θα την βρούν εδώ.
Εμείς δημοσιεύουμε παρακάτω, το τεκμηριωμένο σκεπτικό της μειοψηφίας του
ΣτΕ (10 δικαστές), που αποτελεί κόλαφο για την πολυσέλιδη ατεκμηρίωτη
"επιχειρηματολογία" - όνειδος της πλειοψηφίας (15 δικαστές).
Στην αρχή του σκεπτικού της μειοψηφίας αναφέρονται και τα ονόματα των
δέκα δικαστών που τίμησαν τον όρκο τους και υπερασπίστηκαν το Σύνταγμα
της χώρας και τις θεμελιώδεις αρχές του ευρωπαϊκού δικαίου.
19. Επειδή, μειοψήφησαν οι Σύμβουλοι Χ. Ράμμος, Μ. Καραμανώφ, Δ. Αλεξανδρής, Π. Ευστρατίου, Μ. Γκορτζολίδου, Ι. Γράβαρης, Σ. Μαρκάτης, Α. Ντέμσιας, Θ. Αραβάνης και Α.Μ. Παπαδημητρίου, οι οποίοι διετύπωσαν την εξής γνώμη, στην οποία προσχώρησε η Πάρεδρος Μ. Σωτηροπούλου: Με την διάταξη του άρθρου 15 παρ. 2 του Συντάγματος ο συνταγματικός νομοθέτης θεσπίζει μια θεμελιώδη για την λειτουργία αυτού τούτου του δημοκρατικού πολιτεύματος δημόσια υπηρεσία, την δημόσια ραδιοτηλεοπτική υπηρεσία, ανεξάρτητα ή παράλληλα προς την ύπαρξη ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών φορέων.
Σκοπός της υπηρεσίας αυτής είναι, όπως σαφώς και μάλιστα με έμφαση προκύπτει από το ίδιο το γράμμα της διατάξεως αυτής, κατ' αρχήν η παροχή αξιόπιστων και έγκυρων πληροφοριών στο κοινωνικό σύνολο, η ενημέρωση των πολιτών σε όλα ανεξαιρέτως τα σημεία της ελληνικής επικράτειας με τρόπο αντικειμενικό, πολυφωνικό, και με βάση τις αρχές της ισοπολιτείας και του σεβασμού, αλλά και διακίνησης όλων των ιδεών και απόψεων που αναπτύσσονται σε μια πλουραλιστική δημοκρατική πολιτεία. Αποσκοπεί δηλαδή η δημόσια αυτή υπηρεσία στην δημιουργία ενημερωμένων, συνειδητών και ωρίμων πολιτών, που διαθέτουν πολύπλευρη και σφαιρική ενημέρωση, κριτική σκέψη και ελεύθερο δημοκρατικό φρόνημα, που αποτελούν την απαραίτητη προϋπόθεση για την απρόσκοπτη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Ορισμένες μάλιστα υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας, συγκεκριμένα η δωρεάν μετάδοση των εργασιών της Βουλής και η μετάδοση προεκλογικών μηνυμάτων των κομμάτων, επιβάλλονται και ρητώς στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα από το Σύνταγμα (15 παρ. 2 εδ. δ΄ Συντ.). Ταυτόχρονα η δημόσια ραδιοτηλεοπτική υπηρεσία αποσκοπεί και στην ανύψωση του πολιτιστικού επιπέδου των πολιτών, με την εκπομπή προγραμμάτων υψηλής ποιοτικής στάθμης, προγραμματικής ποικιλότητας και τούτο όχι μόνο για την ψυχαγώγηση αυτών, αλλά και διότι το υψηλό πολιτιστικό επίπεδο συντελεί και αυτό στην δημιουργία ωρίμων και ελεύθερων δημοκρατικών πολιτών. Τέλος, η δημόσια ραδιοτηλεοπτική υπηρεσία είναι κατά την αντίληψη του Συνταγματικού Νομοθέτη απαραίτητη και για την διαρκή και έγκυρη ενημέρωση των πολιτών με τρόπο ψύχραιμο για θέματα της καθημερινότητας ή επικαιρότητας, που μπορεί να αφορούν άμεσα την ζωή, την υγεία και ασφάλειά τους, ή την ομαλή ροή του καθημερινού τους βίου, όπως είναι π.χ. οι μείζονες φυσικές καταστροφές, θεομηνίες, οι τρομοκρατικές επιθέσεις ή άλλες έκτακτες απρόβλεπτες περιστάσεις, στην διάρκεια των οποίων επιβάλλεται η συνεχής ροή υπεύθυνης ενημέρωσης.
Τέτοιου τύπου και επιπέδου ενημέρωση και εν γένει υπηρεσία και μάλιστα σε μια χώρα με τόσο δύσκολη γεωγραφία, όπως η Ελλάδα, δεν μπορούν να προσφέρουν οι ιδιωτικοί ραδιοτηλεοπτικοί φορείς και κανάλια, των οποίων την παράλληλη λειτουργία το Σύνταγμα ανέχεται βέβαια,διότι το βασικό κριτήριο λειτουργίας τους είναι η επίτευξη του μεγαλύτερου δυνατού κέρδους και ενδεχομένως η εξυπηρέτηση διαφόρων ισχυρών οικονομικών συμφερόντων. Και τούτο είναι καθοριστικό για την λειτουργία τους και δεν μπορεί να ανατραπεί, ακόμη και στην περίπτωση που θα υπάγονταν σε καθεστώς αυστηρότατων δεοντολογικών κανόνων σε ό,τι αφορά διάφορες όψεις της λειτουργίας τους αυτής. Όπως περαιτέρω προκύπτει από τα διδάγματα της κοινής πείρας με βάση την ήδη εικοσαετή λειτουργία της ιδιωτικής τηλεόρασης στην Ελλάδα, αλλά και με βάση τα διεθνή δεδομένα, οι ιδιωτικοί αυτοί φορείς προσφέρουν συχνά ένα πολύ χαμηλού επιπέδου ραδιοτηλεοπτικό προϊόν, κύριο χαρακτηριστικό του οποίου είναι ο εύκολος εντυπωσιασμός η πολιτιστική ένδεια και η αύξηση με κάθε δυνατό τρόπο της ακροαματικότητας, σε βάρος της ποιότητας και της αντικειμενικότητας, αλλά και της νηφαλιότητας της παρεχόμενης πληροφόρησης. Με την επικρατούσα μάλιστα τάση δημιουργίας όλο και περισσότερο μονοπωλιακών καταστάσεων στον χώρο επιτυγχάνεται η πλήρης χειραγώγηση των πολιτών και η μετατροπή τους σε απλούς καταναλωτές πληροφοριών και μηνυμάτων.
Η αναγκαιότητα της υποχρεωτικής κατά το Σύνταγμα ύπαρξης μιας τέτοιας δημόσιας ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας έχει μάλιστα καταστεί σήμερα ακόμη πιο έντονη απ' ότι ήταν κατά τον χρόνο θεσπίσεως της επίμαχης διατάξεως, διότι με την λειτουργία του διαδικτύου, το οποίο κατά κοινή πείρα διακινεί πάσης φύσεως πληροφορίες και απόψεις, ακόμη και τις πιο αντίθετες στις αξίες του ανθρώπου και στις αρχές του δημοκρατικού πολιτεύματος και ειδήσεις κακόβουλες, προδήλως ανακριβείς ή παραπλανητικές, έχει δημιουργηθεί σε πολλούς πολίτες πλήρης σύγχυση οφειλόμενη στην αδυναμία κριτικής αξιολόγησης και ταξινόμησης αυτής της πλημμυρίδας πληροφοριών.
Ενόψει της προαναφερθείσας σπουδαιότητας της δημόσιας αυτής ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας υπό λειτουργική έννοια, βασικό, κατά το Σύνταγμα χαρακτηριστικό της αποτελεί η συνέχεια της παροχής της, με συνέπεια να μην είναι ανεκτή ούτε η πρόσκαιρη παραίτηση του Κράτους από αυτήν.
Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι την δημόσια αυτή ραδιοτηλεοπτική υπηρεσία μόνο δημόσιος φορέας μπορεί, κατά το Σύνταγμα, να την παράσχει και για τον ακόλουθο θεμελιώδη λόγο που ανάγεται στην ίδια την φύση των ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών φορέων. Πράγματι, οι τελευταίοι, ως κερδοσκοπικά νομικά πρόσωπα μπορούν ανά πάσα στιγμή να αναστείλουν την λειτουργία τους για λόγους, που ανάγονται είτε στο ότι έχουν καταστεί ζημιογόνα, είτε στην απλή επιθυμία των ιδιοκτητών τους να σταματήσουν την δραστηριότητα αυτή, είτε, τέλος, και σε αυτήν ακόμη την ενδεχόμενη παραβατικότητά τους και την συνακόλουθη ανάκληση της λειτουργίας τους. Αυτονόητο είναι βεβαίως ότι ως δημόσιος φορέας δεν νοείται κατ’ ανάγκην νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, καθώς και ότι ο φορέας αυτός δεν συνιστά μονοπώλιο.
Δεν είναι, εξ άλλου, τυχαίο το ότι ο κοινός νομοθέτης έτσι αντελήφθη επί σειρά δεκαετιών το νόημα της συνταγματικής διατάξεως. Συνέστησε και διατήρησε συνεχώς υπό το καθεστώς του ισχύοντος Συντάγματος ένα δημόσιο φορέα παροχής ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών (την «Ελληνική Ραδιοφωνία Τηλεόραση», ΕΡΤ Α.Ε.) τόσο με τον ν. 230/1975, όσο και τον ν. 1730/1987. Εξ άλλου ούτε και μετά την κατάργηση της ΕΡΤ Α.Ε. με την ήδη προσβαλλόμενη πράξη ο νομοθέτης τροποποίησε το εν λόγω πρότυπο οργάνωσης. Με το νόμο 4173/2013 ιδρύθηκε το νομικό πρόσωπο με την επωνυμία «Νέα Ελληνική Ραδιοφωνία, Ίντερνετ και Τηλεόραση ΝΕΡΙΤ ΑΕ» πάλι ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (ανώνυμη εταιρεία), για την εκπλήρωση των σκοπών «της δημόσιας ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας» (άρθ. 2 παρ. 1).
Με βάση τα προεκτεθέντα η κατάργηση του νομικού προσώπου της ΕΡΤ Α.Ε. χωρίς την ταυτόχρονη ίδρυση νέου αντίστοιχου φορέα, δυναμένου, ως εκ της νομικής του φύσεως, και του εξοπλισμού του να τη διαδεχθεί στα δικαιώματα και υποχρεώσεις της ως διαχειριστή δημόσιας υπηρεσίας, και να εκπέμψει πλήρες πρόγραμμα με βάση τις ως άνω συνταγματικές απαιτήσεις, έχει ως συνέπεια να αποστερηθεί το Κράτος και η ιδρυθείσα από αυτό ΕΡΤ Α.Ε., μόνη μέχρι σήμερα φορέας ασκήσεως της δημόσιας υπηρεσίας ραδιοτηλεόρασης υπό τη λειτουργική της έννοια, μεταξύ άλλων, της δυνατότητας πραγμάτωσης των ως άνω συνταγματικώς προβλεπομένων σκοπών.
Τούτο όμως αντίκειται στο άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος, εφόσον, όπως εξετέθη, ο νομοθέτης δεν επιτρέπεται να καταργήσει το φορέα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και δη επ' αόριστον. Ανεξάρτητα, δε, από τα προεκτεθέντα η υποχρέωση αυτή του νομοθέτη, συναπτόμενη και με την τήρηση της αρχής της συνεχούς λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας, καθίσταται ακόμη εντονότερη στην προκειμένη περίπτωση, λόγω του ότι οι ιδιωτικοί φορείς ραδιοτηλεόρασης λειτουργούν παρανόμως μέχρι σήμερα με την ανοχή της Πολιτείας (ΣτΕ 3578/2010 Ολομ.).
Με τα δεδομένα αυτά η προσβαλλόμενη πράξη κατά το μέρος της που καταργεί την ΕΡΤ Α.Ε. και τις θυγατρικές αυτής και διακόπτει την παροχή της δημόσιας ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας προσκρούει, κατά την παρούσα γνώμη στο άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος και είναι για τον λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, ακυρωτέα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.