Γράφει ο Δημήτρης Ν. Μανιάτης
Η Εξέγερση του Πολυτεχνείου του 1973, μοιραία αναζωπυρώνει τις αντιπαραθέσεις όπως όλες οι ιστορικές τομές που έθεσαν τις συνειδήσεις στην δοκιμή της ανυπακοής ή της συγκατάθεσης.
Μοιραία επίσης, αποτελεί προνομιακό πεδίο για επανεξέταση απ’ τον κυρίαρχο λόγο που τα τελευταία χρόνια δεν έχει αφήσει λαϊκή έκφραση για λαϊκή έκφραση που να μην απομυθοποιήσει εκ μέρους της κυρίαρχης τάξης πάντα. Εξάλλου, το Πολυτεχνείο, όπως όλες οι τομές ριζοσπαστικής πύκνωσης επαναφέρουν στο προσκήνιο τον λαϊκό παράγοντα ως κυρίαρχο παίχτη και εξουδετερώνουν για όλη την αργόσυρτη διάρκειά τους την κυρίαρχη αίσθηση της ανάθεσης.
Το τριήμερο του Νοέμβρη του 73, εκρηκτικό, λυρικό, αυτοθυσιαστικό, ερωτικό αποτέλεσε την καλύτερη κορύφωση μακροχρόνιων διεργασιών. Σχεδόν έπιανε το νήμα απ’ τα ξεχαρβαλωμένα από εργατικά χέρια πεζοδρόμια της Σταδίου στα Ιουλιανά. Στην επικράτεια όμως του κατειλημμένου Ιδρύματος η Εξέγερση και οι μεταβλητές της διαμόρφωναν ένα νέο πλήθος ανυπακοής και ριζοσπαστισμού που με την σειρά του οριοθετούσε αλλά και ταυτόχρονα διεύρυνε τα νέα αιτήματα, τις νέες ανάγκες πέρα από την ασφυξία της Δικτατορίας και των μηχανισμών της. Το πώς και το γιατί, το γιατί τότε και γιατί εκεί, δεν απαντιέται ποτέ ολοκληρωμένα. Η προσέγγιση της έκρηξης μπορεί να λαμβάνει υπόψιν πολλά στοιχεία, όπως η κλιμάκωση των αγώνων του φοιτητικού κινήματος, της εργατικής τάξης, του αγώνα των κατοίκων των Μεγάρων, την χειραφέτηση και τις προσλήψεις της ελληνικής νεολαίας που μετά το 68 συσπειρωνόταν με διαφορετικό τρόπο.
Πάλι όμως, κάτι μένει έξω από την αλήθεια και την ανιδιοτέλεια του κόσμου που προσέτρεξε γύρω από το Πολυτεχνείο φτιάχνοντας μια ασπίδα ανθρώπων γύρω απ’ το Κέντρο αγώνα και φωτός. Μην έχετε καμία αυταπάτη. Άνθρωποι που ζουν εδώ γύρω ακόμη, συγγενείς μας που ήταν εκεί τότε επιβεβαιώνουν πως χωρίς τον κόσμο έξω, ο κόσμος μέσα θα είχε δει γρηγορότερα μια εισβολή του Στρατού και του ΝΑΤΟ στο κτίριο.
Αν το μισό Πολυτεχνείο ήταν οι αποφασισμένοι μέσα, το άλλο μισό ήταν οι έξω. Για τους έξω έχουν μιλήσει λίγοι. Ένα μαγικό πλήθος σε κίνηση και σε γιορτή πάνω από φωτιές και γύρω από χαρτιά, ένα πλήθος που έδινε μια ευρεία νομιμοποίηση στους μέσα. Μια μη οριοθετημένη Κομμούνα, τριών ημερών, μεγάλης εργατικής και λαϊκής πλειοψηφίας που συχνά επιδιδόταν σε συγκρούσεις με τις αστυνομικές δυνάμεις και το Παρακράτος της Χούντας που καραδοκούσε και επιχειρούσε να σπάσει τον κλοιό προς την Πύλη και τις εισόδους του Κτιρίου.
Και τι μαγικό! Τα παιδιά που φύγανε από τα σφαιριστήρια της Ομόνοιας και πήγαν και γράφανε αντιχουντικά συνθήματα με μαρκαδόρους στα τρόλεϊ, σχεδόν ποτέ δεν έλαβαν το μερίδιο του μύθου που τους μέσα περιέβαλλε. Λογικό. Κι όμως ήταν οι πρώτοι που είδαν τους ελεύθερους σκοπευτές του ΝΑΤΟ και τις αγέλες παρακρατικών που συγκεντρώνονταν στο μαλακό υπογάστριο της Πατησίων και των γύρω δρόμων. Κι αυτοί οι δεύτεροι, ένα λαϊκό πλήθος, στρατολογημένων με μεροκάματο παιδιών, συνεπικουρούσαν τις επιχειρήσεις της Αστυνομίας.
Έναν χρόνο μετά την Εξέγερση, κατά την πρώτη Επέτειο, μια μεγάλη φωτογραφική έκθεση είχε απλωθεί σε όλο τον χώρο. Ο πατέρας μου σε μια φωτογραφία διέκρινε έναν γνωστό του σερβιτόρο που διέμενε στις Τζιτζιφιές να κρατά ένα ρόπαλο και να στέκεται πλάι στους αστυνομικούς κατά την δεύτερη μέρα της Εξέγερσης. Για την Ιστορία, η φωτογραφία έλειπε κατά την δεύτερη επέτειο από την φωτογραφική έκθεση. Όπως άρχισαν να κόβονται τα πλάνα απ’ τα μετέπειτα βίντεο που πρόβαλλε η Τηλεόραση, πλάνα που έδειχναν οδοφράγματα, συγκρούσεις, εργάτες με καλάθια και ψωμιά που κατέφταναν μετέχοντας στην τριήμερη Κομμούνα. Εκατέρωθεν τα λαϊκά παιδιά, είχαν αρχίσει να ξεχαρβαλώνονται απ’ την Ιστορική Μνήμη. Ο παρακρατικός όμως ήταν παιδί του διπλανού σπιτιού. Και μπορεί οι ΗΠΑ να έχουν τεράστια εμπλοκή – αποδεδειγμένα πια – με τον επταετή γύψο, λαϊκά παιδιά όμως ήταν οι βασανιστές. Το μακρύ χέρι του κράτους αφαιρούσε τα τεκμήρια. Ουδετεροποιούσε τις πιο επώδυνες όψεις της εποχής. Απ’ την άλλη, η συναίνεση απονεύρωνε μέσα στα χρόνια το νόημα και τους Ιερείς της Εξέγερσης. Οι φορείς αναθεώρησης και παραχάραξης μέσα στα χρόνια μετασχημάτιζαν και παραποιούσαν τα αληθινά γεγονότα. Φοιτητικό ξέσπασμα, εμπόδιο στην φιλελευθεροποίηση Μαρκεζίνη, τυχαίο γεγονός, νεανικό ξέσπασμα. Στο ένα άκρο της αναθεώρησης, οι Ακροδεξιοί παβλοφικά περιέγραφαν τα παραπάνω ως έναν Μύθο της Αριστεράς χωρίς νεκρούς. Απ’ την άλλη το Μέτωπο της Λογικής, το ηττημένο ΝΑΙ του Ιουλίου, το φιλο-ΕΕ τόξο των λαϊκιστών του ευρώ, υπενθύμιζαν με ειρωνεία την εκταμίευση των γεγονότων από μετέπειτα πολιτικούς ή παράγοντες της δημόσιας ροής. Λες και ένα 25χρονο παιδί στέκεται άοπλο απέναντι από άρμα μάχης έχοντας ήδη επενδύσει και προδιαγράψει την καριέρα του από τα ένσημα αίματος.
Οι τελευταίοι έχοντας απόλυτη οικειότητα με τα πράγματα μόνο μέσω της ανταπόδοσης και των αφηγημάτων τεχνικής ανέλιξης, επίσης αφήνουν έξω από τις ερμηνείες τους το λαϊκό μέρος της τριήμερης Κομμούνας. Τους οικοδόμους και τους εργάτες που έγειραν την πλάστιγγα των συγκρούσεων και των μεταβλητών του δρόμου. Τον απλό λαό που προσέτρεξε να συμπαρασταθεί αρχικά στους μέσα στο Κτίριο. Για να λάβει άμεσα δράση φτιάχνοντας το δικό του Κέντρο Αγώνα έξω μέχρι να κλείσουν οι πύλες. Κόσμος που έτρεξε εκεί από ένα βουβό αλλά πύρινο καθήκον. Που όταν οι γύρω του ρωτούσαν τι γίνεται εκεί, πήρε απλά το λεωφορείο και πήγε. Να δει. Αλλά και να συμβάλει σε αυτό που οι άλλοι τώρα θα μάθαιναν. Ο ίδιος κόσμος, πολύ πιθανά, δεν πήγε ποτέ σε καμία επέτειο. Μπορεί να μην γράφτηκε καν σε κάποιο σωματείο ή οργάνωση της Μεταπολίτευσης. Ο Χατζιδάκις έγραψε κάποτε ένα κείμενο για τα περίφημα Παιδιά της Γαλαρίας. Ένα ανιδιοτελές πλήθος που την κρίσιμη στιγμή βρίσκεται στο σωστό σημείο. Ε, αυτό.
Η Εξέγερση του Πολυτεχνείου του 1973, μοιραία αναζωπυρώνει τις αντιπαραθέσεις όπως όλες οι ιστορικές τομές που έθεσαν τις συνειδήσεις στην δοκιμή της ανυπακοής ή της συγκατάθεσης.
Μοιραία επίσης, αποτελεί προνομιακό πεδίο για επανεξέταση απ’ τον κυρίαρχο λόγο που τα τελευταία χρόνια δεν έχει αφήσει λαϊκή έκφραση για λαϊκή έκφραση που να μην απομυθοποιήσει εκ μέρους της κυρίαρχης τάξης πάντα. Εξάλλου, το Πολυτεχνείο, όπως όλες οι τομές ριζοσπαστικής πύκνωσης επαναφέρουν στο προσκήνιο τον λαϊκό παράγοντα ως κυρίαρχο παίχτη και εξουδετερώνουν για όλη την αργόσυρτη διάρκειά τους την κυρίαρχη αίσθηση της ανάθεσης.
Το τριήμερο του Νοέμβρη του 73, εκρηκτικό, λυρικό, αυτοθυσιαστικό, ερωτικό αποτέλεσε την καλύτερη κορύφωση μακροχρόνιων διεργασιών. Σχεδόν έπιανε το νήμα απ’ τα ξεχαρβαλωμένα από εργατικά χέρια πεζοδρόμια της Σταδίου στα Ιουλιανά. Στην επικράτεια όμως του κατειλημμένου Ιδρύματος η Εξέγερση και οι μεταβλητές της διαμόρφωναν ένα νέο πλήθος ανυπακοής και ριζοσπαστισμού που με την σειρά του οριοθετούσε αλλά και ταυτόχρονα διεύρυνε τα νέα αιτήματα, τις νέες ανάγκες πέρα από την ασφυξία της Δικτατορίας και των μηχανισμών της. Το πώς και το γιατί, το γιατί τότε και γιατί εκεί, δεν απαντιέται ποτέ ολοκληρωμένα. Η προσέγγιση της έκρηξης μπορεί να λαμβάνει υπόψιν πολλά στοιχεία, όπως η κλιμάκωση των αγώνων του φοιτητικού κινήματος, της εργατικής τάξης, του αγώνα των κατοίκων των Μεγάρων, την χειραφέτηση και τις προσλήψεις της ελληνικής νεολαίας που μετά το 68 συσπειρωνόταν με διαφορετικό τρόπο.
Πάλι όμως, κάτι μένει έξω από την αλήθεια και την ανιδιοτέλεια του κόσμου που προσέτρεξε γύρω από το Πολυτεχνείο φτιάχνοντας μια ασπίδα ανθρώπων γύρω απ’ το Κέντρο αγώνα και φωτός. Μην έχετε καμία αυταπάτη. Άνθρωποι που ζουν εδώ γύρω ακόμη, συγγενείς μας που ήταν εκεί τότε επιβεβαιώνουν πως χωρίς τον κόσμο έξω, ο κόσμος μέσα θα είχε δει γρηγορότερα μια εισβολή του Στρατού και του ΝΑΤΟ στο κτίριο.
Αν το μισό Πολυτεχνείο ήταν οι αποφασισμένοι μέσα, το άλλο μισό ήταν οι έξω. Για τους έξω έχουν μιλήσει λίγοι. Ένα μαγικό πλήθος σε κίνηση και σε γιορτή πάνω από φωτιές και γύρω από χαρτιά, ένα πλήθος που έδινε μια ευρεία νομιμοποίηση στους μέσα. Μια μη οριοθετημένη Κομμούνα, τριών ημερών, μεγάλης εργατικής και λαϊκής πλειοψηφίας που συχνά επιδιδόταν σε συγκρούσεις με τις αστυνομικές δυνάμεις και το Παρακράτος της Χούντας που καραδοκούσε και επιχειρούσε να σπάσει τον κλοιό προς την Πύλη και τις εισόδους του Κτιρίου.
Και τι μαγικό! Τα παιδιά που φύγανε από τα σφαιριστήρια της Ομόνοιας και πήγαν και γράφανε αντιχουντικά συνθήματα με μαρκαδόρους στα τρόλεϊ, σχεδόν ποτέ δεν έλαβαν το μερίδιο του μύθου που τους μέσα περιέβαλλε. Λογικό. Κι όμως ήταν οι πρώτοι που είδαν τους ελεύθερους σκοπευτές του ΝΑΤΟ και τις αγέλες παρακρατικών που συγκεντρώνονταν στο μαλακό υπογάστριο της Πατησίων και των γύρω δρόμων. Κι αυτοί οι δεύτεροι, ένα λαϊκό πλήθος, στρατολογημένων με μεροκάματο παιδιών, συνεπικουρούσαν τις επιχειρήσεις της Αστυνομίας.
Έναν χρόνο μετά την Εξέγερση, κατά την πρώτη Επέτειο, μια μεγάλη φωτογραφική έκθεση είχε απλωθεί σε όλο τον χώρο. Ο πατέρας μου σε μια φωτογραφία διέκρινε έναν γνωστό του σερβιτόρο που διέμενε στις Τζιτζιφιές να κρατά ένα ρόπαλο και να στέκεται πλάι στους αστυνομικούς κατά την δεύτερη μέρα της Εξέγερσης. Για την Ιστορία, η φωτογραφία έλειπε κατά την δεύτερη επέτειο από την φωτογραφική έκθεση. Όπως άρχισαν να κόβονται τα πλάνα απ’ τα μετέπειτα βίντεο που πρόβαλλε η Τηλεόραση, πλάνα που έδειχναν οδοφράγματα, συγκρούσεις, εργάτες με καλάθια και ψωμιά που κατέφταναν μετέχοντας στην τριήμερη Κομμούνα. Εκατέρωθεν τα λαϊκά παιδιά, είχαν αρχίσει να ξεχαρβαλώνονται απ’ την Ιστορική Μνήμη. Ο παρακρατικός όμως ήταν παιδί του διπλανού σπιτιού. Και μπορεί οι ΗΠΑ να έχουν τεράστια εμπλοκή – αποδεδειγμένα πια – με τον επταετή γύψο, λαϊκά παιδιά όμως ήταν οι βασανιστές. Το μακρύ χέρι του κράτους αφαιρούσε τα τεκμήρια. Ουδετεροποιούσε τις πιο επώδυνες όψεις της εποχής. Απ’ την άλλη, η συναίνεση απονεύρωνε μέσα στα χρόνια το νόημα και τους Ιερείς της Εξέγερσης. Οι φορείς αναθεώρησης και παραχάραξης μέσα στα χρόνια μετασχημάτιζαν και παραποιούσαν τα αληθινά γεγονότα. Φοιτητικό ξέσπασμα, εμπόδιο στην φιλελευθεροποίηση Μαρκεζίνη, τυχαίο γεγονός, νεανικό ξέσπασμα. Στο ένα άκρο της αναθεώρησης, οι Ακροδεξιοί παβλοφικά περιέγραφαν τα παραπάνω ως έναν Μύθο της Αριστεράς χωρίς νεκρούς. Απ’ την άλλη το Μέτωπο της Λογικής, το ηττημένο ΝΑΙ του Ιουλίου, το φιλο-ΕΕ τόξο των λαϊκιστών του ευρώ, υπενθύμιζαν με ειρωνεία την εκταμίευση των γεγονότων από μετέπειτα πολιτικούς ή παράγοντες της δημόσιας ροής. Λες και ένα 25χρονο παιδί στέκεται άοπλο απέναντι από άρμα μάχης έχοντας ήδη επενδύσει και προδιαγράψει την καριέρα του από τα ένσημα αίματος.
Οι τελευταίοι έχοντας απόλυτη οικειότητα με τα πράγματα μόνο μέσω της ανταπόδοσης και των αφηγημάτων τεχνικής ανέλιξης, επίσης αφήνουν έξω από τις ερμηνείες τους το λαϊκό μέρος της τριήμερης Κομμούνας. Τους οικοδόμους και τους εργάτες που έγειραν την πλάστιγγα των συγκρούσεων και των μεταβλητών του δρόμου. Τον απλό λαό που προσέτρεξε να συμπαρασταθεί αρχικά στους μέσα στο Κτίριο. Για να λάβει άμεσα δράση φτιάχνοντας το δικό του Κέντρο Αγώνα έξω μέχρι να κλείσουν οι πύλες. Κόσμος που έτρεξε εκεί από ένα βουβό αλλά πύρινο καθήκον. Που όταν οι γύρω του ρωτούσαν τι γίνεται εκεί, πήρε απλά το λεωφορείο και πήγε. Να δει. Αλλά και να συμβάλει σε αυτό που οι άλλοι τώρα θα μάθαιναν. Ο ίδιος κόσμος, πολύ πιθανά, δεν πήγε ποτέ σε καμία επέτειο. Μπορεί να μην γράφτηκε καν σε κάποιο σωματείο ή οργάνωση της Μεταπολίτευσης. Ο Χατζιδάκις έγραψε κάποτε ένα κείμενο για τα περίφημα Παιδιά της Γαλαρίας. Ένα ανιδιοτελές πλήθος που την κρίσιμη στιγμή βρίσκεται στο σωστό σημείο. Ε, αυτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.