Οι παλιές αμαρτίες, λένε, πληρώνονται. Και στην περίπτωση του ελληνικού μοντέλου ψηφιακής μετάβασης, αλλοπρόσαλλα σχεδιασμένου από τις τελευταίες κυβερνήσεις που έχουν απόλυτα την πρώτη ευθύνη για όσα συμβαίνουν σήμερα, η ρήση περί αμαρτιών αποδεικνύεται συνεχώς. Μπροστά μας (σε λίγες μέρες** ώρες) έχουμε ένα από τα σημαντικότερα switch off της χώρας. Αυτό της Αττικής που θα καλύψει με ψηφιακό σήμα περί τα έξι εκατομμύρια κατοίκους, μιας και τα 13 κέντρα εκπομπής που θα σβήσουν αναλογικά έχουν εμβέλεια που φτάνει έως και τις Κυκλάδες.
Η ανάδειξη των προβλημάτων στην Πελοπόννησο, εκεί που ορισμένες περιοχές έστω και αν βλέπουν το κέντρο εκπομπής απέναντι τους ή το έχουν δίπλα τους, έχασαν το ψηφιακό σήμα, κατέδειξε πως στην πράξη φαίνονται οι αστοχίες της θεωρίας. Στην περίπτωση της Ελλάδας, σε αντίθεση με σχεδόν όλες τις χώρες της Ευρώπης, ακολουθήθηκε ένα απολύτως ξεχωριστό μοντέλο ψηφιακής μετάβασης. Το 2008, αρκετά χρόνια μετά τις πρωτοπόρες χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο τότε υπουργός Τύπου Θοδωρής Ρουσόπουλος εξέδωσε τον χάρτη ψηφιακών συχνοτήτων μεταβατικής περιόδου με 21 σημεία στα οποία θα έπρεπε να προχωρήσει η ψηφιακή τηλεόραση.
Το 2009 ιδρύθηκε η Digea ως κοινή εταιρεία των τηλεοπτικών σταθμών πανελλαδικής εμβέλειας, προσβλέποντας σωστά στο μέλλον των τηλεοπτικών μετόχων της.
Η κυβέρνηση αρνήθηκε τις προτάσεις φορέων και προσωπικοτήτων, να φτιαχτεί κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα ένας ανεξάρτητος οργανισμός που θα αναλάμβανε το συντονισμό και την ευθύνη της ψηφιακής μετάβασης και στον οποίο θα μετείχαν ισότιμα, οι τηλεοπτικοί σταθμοί, η ΕΡΤ (τότε), η συνδρομητική τηλεόραση, η αγορά τεχνολογικού εξοπλισμού. Προτίμησε να κρατήσει για τον εαυτό της το ατού της διαπραγμάτευσης με τους ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς. Αυτό δηλαδή που τόσα χρόνια ονομάζουμε «διαπλοκή».
Αυτή η πολιτική που επέβαλλε να μην δοθούν τηλεοπτικές άδειες στους σταθμούς ποτέ. Αυτή που έκλεισε μέσα σε μια νύχτα την ΕΡΤ και πέταξε στα σκουπίδια τεχνολογικό ψηφιακό εξοπλισμό αξίας τουλάχιστον 20 εκατομμυρίων ευρώ.
Ο οριστικός ψηφιακός χάρτης εκδόθηκε το 2012, αφού προηγουμένως τροποποιήθηκε κατά τις επιθυμίες των τότε παρόχων δικτύου. Από τα 275 προβλεπόμενα κέντρα εκπομπής, ορίστηκαν μόλις 156 για όλη τη χώρα, θεωρώντας πως με αυτό τον τρόπο θα καλυφθεί η Ελλάδα. Σκοπίμως δεν αναφερόταν στην υποχρέωση κάλυψης του 90% της χώρας, αν πρόκειται για πληθυσμιακή ή γεωγραφική κάλυψη. Η Πελοπόννησος απέδειξε πως η γεωγραφία δεν ενδιαφέρει και τόσο πολύ τους αρμόδιους της (εκάστοτε) κυβέρνησης για την ψηφιακή μετάβαση. Και να ήταν μόνο αυτό... Μπροστά τους, ενόψει των switch off σε Αττική, Έβρο και Πήλιο –το δυνατότερο σημείο εκπομπής στην Ελλάδα και για αυτό δεν εντάχθηκε στο μεταβατικό στάδιο- υπάρχουν προς αντιμετώπιση κι άλλα κομβικά ζητήματα.
Θα αναφερθούμε σε ένα μόνο από αυτά, μιας και ο διεθνής συντονισμός ψηφιακών συχνοτήτων με τις όμορες χώρες φαίνεται να προχωρά μετά από δυο αποτυχημένους διαγωνισμούς του υπουργείου Μεταφορών. Άμεση σχέση με αυτόν έχει το πρότυπο RPC1 που ορίστηκε ως τρόπος λήψης στον ψηφιακό χάρτη συχνοτήτων. Στην ITU ωστόσο η Ελλάδα δήλωσε πως θα ακολουθήσει το RPC2. Πρακτικά και χωρίς πολλά-πολλά λόγια σε περίπτωση παρεμβολών από όμορες χώρες, η Ελλάδα, η κυβέρνηση, ο πάροχος δικτύου ελάχιστα θα μπορούν να κάνουν ή να αντιδράσουν. Γιατί το όριο προστασίας που θα ισχύσει στη χώρα είναι της τάξης των 33dB ενώ η ITU νομίζει πως υπάρχει όριο προστασίας σε παρεμβολές της τάξης των 55 dB. Δηλαδή αν υπάρξει πρόβλημα σε κέντρα εκπομπής, απλά θα έχουμε μαύρη οθόνη.
Ίσως το παραπάνω πρόβλημα ή άλλα να τα έχει σκεφθεί το αρμόδιο υπουργείο Μεταφορών και ο πάροχος δικτύου της Digea. Και ελπίζουμε να υπάρχουν τρόποι να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι. Γιατί η Πελοπόννησος απέδειξε πως ψηφιακή τηλεόραση με χιόνια δεν υπάρχει. Υπάρχει μαύρη οθόνη τηλεόρασης. Όπως επίσης πως η παράλληλη μετάδοση αναλογικού και ψηφιακού σήματος κατά τη διάρκεια της οριστικής ψηφιακής μετάβασης της Ελλάδας, δεν μπορεί να διαρκεί για πάντα....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.