"Πρέπει να ξέρεις πως να κλείσεις μια απεργία" (Μωρίς Τορέζ,
Γραμματέας ΚΚ Γαλλίας το 1936)-Η ιστορία της προσπάθειας των αντιφασιστικών
μετώπων και της ήττας του Λαικού Μετώπου στην Γαλλία το 1936:
Μετά την επικράτηση του ναζισμού στην Γερμανία το 1933, η Κομμουνιστική
Διεθνής επεξεργάστηκε τη στρατηγική των αντιφασιστικών-λαϊκών μετώπων.
Η νέα στρατηγική επικυρώθηκε στο 7ο Συνέδριο της ΚΔ (1935) και προέβλεπε
συνεργασία με σοσιαλδημοκρατικές και άλλες αστικές δυνάμεις, ακόμα και σε
κυβερνητικό επίπεδο, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Ο αστικός κρατικός μηχανισμός να είναι τόσο εξασθενημένος ώστε να μην
μπορεί να αποτρέψει συγκρότηση αντιφασιστικής κυβέρνησης,
β) οι μάζες των εργαζομένων να παλεύουν ενάντια στο φασισμό, αλλά να μην
είναι ώριμες να πολεμήσουν για τη σοσιαλιστική εξουσία και
γ) η ριζοσπαστικοποίηση στο εσωτερικό των σοσιαλδημοκρατικών και των άλλων κομμάτων του μετώπου να είναι τέτοια, ώστε να απαιτείται άμεση τιμωρία των φασιστών και να καταδικάζονται όσοι δεν επιθυμούν συνεργασία με τους κομμουνιστές.
Ήταν μια γενναία προσπάθεια των Κομμουνιστών και της Σοβιετικής εξουσίας να δυναμώσουν τον αγώνα ενάντια στην πιο ωμή έκφραση της καπιταλιστικής/ιμπεριαλιστικής εξουσίας που είχε σαν βασικό στόχο (όπως και όλα τα αστικά κράτη) το Σοβιετικό κράτος.
Η ιστορική εμπειρία όμως απέδειξε ότι οι αστικές τάξεις και τα κόμματα
τους, δεν κινήθηκαν με κριτήριο την μορφή της εξουσίας τους
("δημοκρατική"η φασιστική) με την οποία θα τσακίζουν τους εργάτες
αλλά με κριτήριο την διασφάλιση της εξουσίας τους (με οποιαδήποτε μορφή) και
τις διεθνείς συμμαχίες που θα την ενισχύουν. Και σε αυτά, φυσικά, δεν
χρειαζόντουσαν την συμβολή των Κομμουνιστών.
Έτσι, την δεκαετία του 1930 οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ΗΠΑ και
Βρετανία διατήρησαν τον αστικο κοινοβουλευτισμό (εντείνοντας την πάλη ενάντια
στους κομμουνιστές) ενω ακόμα και μεσοπολεμικές δικτατορίες στην Ευρώπη
συγκρούστηκαν με φασιστικές δυνάμεις επειδή αμφισβητούσαν την εξωτερική πολιτική
τους και διεκδικούσαν την πρόσδεση στον άξονα. Παντού το κριτήριο ήταν να
ανακοπεί η ισχυροποίηση των ΚΚ και να προετοιμαστεί η αστική εξουσία για τον
πόλεμο.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι παρά τις επίμονες προσπάθειες των Κομμουνιστών, τα
αντιφασιστικά μέτωπα δεν έγινε δυνατό να συγκροτηθούν πουθενά, παρά μόνο σε δύο
περιπτώσεις (Γαλλία και Ισπανία).
Για παράδειγμα, το Eλληνικό σύμφωνο Σοφούλη - Σκλάβαινα πετάχτηκε στον κάλαθο των αχρήστων και οι Φιλελεύθεροι έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Μεταξά, οι Σουηδοί Σοσιαλδημοκράτες θεωρούσαν τους κομμουνιστές μεγαλύτερο κίνδυνο από τους ναζί κ.α
Στην Ελλάδα μάλιστα, ακόμα και μέσα στην κατοχή, όλα τα βασικά αστικά
κόμματα αρνήθηκαν κάθε συνεργασία για το ΕΑΜ και το οποίο δημιουργήθηκε με την
συμβολική συμμετοχή ορισμένων μικροσκοπικών αστικών οργανώσεων.
Όσο για τις δύο μοναδικές εξαιρέσεις της Γαλλίας και της Ισπανίας, δεν ήταν
καθόλου τυχαίες αφού ακριβώς σε αυτές τις χώρες στην δεκαετία του 1930 οι
ενδοαστικές αντιθέσεις για τις διεθνείς συμμαχίες πήραν οξύτατη μορφή.
Ακόμα όμως και εκεί, ποιά ήταν τα αποτελέσματα;
Εδώ θα ασχοληθούμε μόνο με την μια εξαίρεση αυτή της Γαλλίας, επειδή έχει
έρθει στην επικαιρότητα τις τελεταίες μέρες.
Το 1936, οι αντιθέσεις μέσα στην αστική τάξη για το ποιά πλευρά θα επιλέξει
στον επερχόμενο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, ήταν οξύτατες. Μεγάλα επιχειρηματικά
συμφέροντα χρηματοδοτούσαν ανοιχτά φασιστικές δυνάμεις όπως το κόμμα του Ζακ
Ντοριό ενω και τα τμήματα της Γαλλικής αστικής τάξης που ήθελαν συμμαχία με
τους Ιμπεριαλιστές ΗΠΑ/Βρετανίας ήθελαν να δεσμεύσουν το εργατικό-λαικό κίνημα,
δηλαδή να δεσμεύσουν το Κομμουνιστικό Κόμμα.
Σε αυτό το το πλαίσιο, συγκροτήθηκε το Λαϊκό Μέτωπο,μια συμμαχία
Κομμουνιστών με τα αστικά κόμματα των Σοσιαλδημοκρατών και Ριζοσπαστών.
26 Απρίλη -3 Μάη 1936, στους δύο γύρους των εκλογών, τα κόμματα του Λαϊκού
Μετώπου κέρδισαν τη μεγάλη πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών εδρών. Πρωθυπουργός
αναλαμβάνει ο Σοσιαλδημοκράτης Λεόν Μπλούμ.
Εκείνες τις μέρες, ένα συγκλονιστικό απεργιακό κύμα σάρωσε τη Γαλλία. Πάνω
απο 2.000.000 εργάτες έλαβαν μέρος σε 12.000 απεργίες, με 9.000 καταλήψεις
εργοστασίων!
Όμως, η κυβέρνηση του Λαικού Μετώπου είχε συγκροτηθεί πάνω σε πολιτική
υπεράσπισης της "δημοκρατικής νομιμότητας"και είχε δεσμευθεί για την
υπεράσπισης της "εθνικής" (καπιταλιστικής) οικονομίας και του
διεθνούς status quo.
1/10/1936, μιλώντας στη Γερουσία, ο Μπλούμ ξεκαθαρίζει: "Η κυβέρνησή
μου δεν έχει ούτε την εντολή ούτε την πρόθεση να προβεί σε μία επαναστατική
απαλλοτρίωση ορισμένης μορφής της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας".Παρόμοιες
διαβεβαιώσεις έδινε και ο ΓΓ του ΚΚ Γαλλίας Τορέζ για να διασφαλιστεί η συνοχή
της κυβέρνησης.
Μπροστά στο μεγάλο απεργιακό κύμα, οι εργοδότες αποδέχτηκαν την κυβερνητική
πρόταση για συνομιλίες με τους συνδικαλιστές και τα 5 βασικά αιτήματα των
απεργών έγιναν δεκτά (αναγνώριση δικαιώματος συμμετοχής σε συνδικάτο ή ίδρυσης
του, καθιέρωση συλλογικών διαπραγματεύσεων, συμμετοχή συνδικαλιστή στη
διαχείριση του εργατικού δυναμικού, αυξήσεις 15-17% αυξήσεις, ατιμωρησία
απεργιακής δράσης).
Παράλληλα, η κυβέρνηση υποσχέθηκε 40ωρη εργάσιμη βδομάδα και άδεια δύο
βδομάδων με αποδοχές.
Ομως,οι απεργίες και οι καταλήψεις εργοστασίων συνεχίστηκαν, με ευρύτερα
αιτήματα, (εθνικοποιήσεις εργοστασίων στρατηγικής σημασίας, διάλυση των
φασιστικών οργανώσεων κ.λπ.).
Τότε, το ΚΚΓ, δεσμευμένο στην κυβέρνηση του Λαικού Μετώπου, κάλεσε τους
εργάτες να σταματήσουν την απεργία, συμβάλλοντας καθοριστικά στην επαναφορά της
"εργασιακής ειρήνης".
Στην πράξη, οι παραχωρήσεις της εργοδοσίας δεν είχαν σημαντικό αντίκρισμα,
αφού πχ οι αυξήσεις αντισταθμίστηκαν από τον πληθωρισμό και η 40ωρη βδομάδα
καταργήθηκε σύντομα.
Χειρότερες ήταν οι εξελίξεις στο μέτωπο αντιμετώπισης του φασισμού. Ο
αστικός κρατικός μηχανισμός, που είχε μείνει άθικτος, φυσικά δεν είχε διάθεση
να δώσει κάποια μάχη μέχρι τέλους με τους φασίστες.
Ακόμα και οι αστοί πολιτικοί του Λαϊκού Μετώπου δεν μπορούσαν να
αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά αστούς πολιτικούς φιλοφασιστικών οργανώσεων,τόσο
επειδή δεν είχαν συμφέρον να συγκρουστούν ολοκληρωτικά με τμήματα του Γαλλικού
κεφαλαίου,όσο και γιατί προωθούσαν πολιτική κατευνασμού του φασιστικού άξονα
και στροφή των ιμπεριαλιστικών τους βλέψεων προς την ΕΣΣΔ.
H αντιμετώπιση του φασισμού παρέμεινε στο νομικό-τυπικό επίπεδο.
Με τους εργάτες σπίτι τους, τους εργοδότες ικανοποιημένους, το αστικό
κράτος άθικτο και τους φασίστες-στην ουσία-ανενόχλητους, το μόνο που έμενε ήταν
το υστερόγραφο της τραγωδίας.
Τον Φλεβάρη του 1937 η κυβέρνηση ανακόπτει τις εργατικές μεταρρυθμίσεις για
"να ανακάμψει η οικονομία".
Όταν ξεσπά το πραξικόπημα του Φράνκο στην Ισπανία, το Λαικό Μέτωπο
εισηγείται πολιτική μη επέμβασης, που έγινε αποδεκτή και από άλλα καπιταλιστικά
κράτη.
Επίσης, αρνήθηκε να κατοχυρώσει νομικά παραχώρηση ασύλου σε θύματα του
ναζισμού και έτσι πολλοί Εβραίοι,κομμουνιστές κ.α έμειναν εγκλωβισμένοι στη
Γερμανία.
Σταδιακά, σκλήρυναν ακόμα περισσότερο οι νόμοι εναντίον της μετανάστευσ
γ) η ριζοσπαστικοποίηση στο εσωτερικό των σοσιαλδημοκρατικών και των άλλων κομμάτων του μετώπου να είναι τέτοια, ώστε να απαιτείται άμεση τιμωρία των φασιστών και να καταδικάζονται όσοι δεν επιθυμούν συνεργασία με τους κομμουνιστές.
Ήταν μια γενναία προσπάθεια των Κομμουνιστών και της Σοβιετικής εξουσίας να δυναμώσουν τον αγώνα ενάντια στην πιο ωμή έκφραση της καπιταλιστικής/ιμπεριαλιστικής εξουσίας που είχε σαν βασικό στόχο (όπως και όλα τα αστικά κράτη) το Σοβιετικό κράτος.
Για παράδειγμα, το Eλληνικό σύμφωνο Σοφούλη - Σκλάβαινα πετάχτηκε στον κάλαθο των αχρήστων και οι Φιλελεύθεροι έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Μεταξά, οι Σουηδοί Σοσιαλδημοκράτες θεωρούσαν τους κομμουνιστές μεγαλύτερο κίνδυνο από τους ναζί κ.α